The mixtape: Bathory
Προτού συνεχίσω με το άρθρο θα ήθελα να ευχαριστήσω πολύ τον φίλο Βαγγέλη Καπλάνη για την άδεια που μου παρέχει να γράψω στη στήλη του Mixtape. Πάμε λοιπόν!
Μικρός και άμαθος ήμουν όταν άρχισα την ανάβαση του σκοτεινού βουνού του heavy metal. Τα αυτιά μου όμως απορρόφησαν σαν σφουγγάρια και ταυτίστηκαν εν ριπή οφθαλμού με τις μελωδίες των Black Sabbath, των Metallica και άλλων. Η μεγάλη μου αγάπη όμως ήρθε λίγο πιο μετά. Αυτή η αγάπη ακούει στο όνομα Bathory.
Ηγέτης του συγκροτήματος ο Σουηδός Tomas “Ace” “Quorthon” Fosberg. Ιστορικά αξίζει να αναφέρουμε πως σε αντίθεση με την κοινή γνώμη οι Bathory δεν δημιούργησαν το ακραίο είδος του black metal. Όχι, τα σκήπτρα της δημιουργίας ανήκουν στους Βρετανούς Venom από τις κιθάρες με τεράστιες ποσότητες παραμόρφωσης και τα αλλοιωμένα φωνητικά, μέχρι την lo-fi παραγωγή και τους σατανικούς στίχους, οι Venom είναι οι πρωτεργάτες. Θα μου πείτε «Και τότε οι Bathory τι έκαναν;». Θα σας πω εγώ: Οι Bathory πήραν το αχανές είδος του black metal και από ένα συνοθύλευμα συγκροτημάτων που δεν είχαν σχέση μεταξύ τους το έκαναν ρεύμα, κουλτούρα και, τολμώ να πω, κίνημα! Το άλλο εξαιρετικά απίστευτο γεγονός είναι η παντελής έλλειψη στοιχείων που έχουμε για την ίδια την μπάντα αλλά και για τον Ace!
Η ιστορία ξεκινάει το 1984 στην Σουηδία. Ο νεαρός Tomas προσεγγίζει έναν άσημο drummer ονόματι Jonas Akerlund. Ο Jonas ενθουσιασμένος από το πώς ο “Ace” έπαιζε κιθάρα φτιάχνει μαζί του το συγκρότημα. Οι Bathory είναι γεγονός. Το ομότιτλο album της μπάντας κυκλοφορεί την ίδια χρονιά και πραγματικά ισοπεδώνει την σκηνή του underground. «Μα καλά ποιοι στο καλό είναι αυτοί;» λέγανε όλοι οι ψαγμένοι δημοσιογράφοι της εποχής. Το album είναι επαναστατικό σε όλα τα επίπεδα: χαμηλής ποιότητας παραγωγή, ο Quorthon ουρλιάζει - αντί να τραγουδάει - στίχους βγαλμένους από την κόλαση, κιθάρες που έχουν την οργή των Discharged, την ταχύτητα των Motorhead, το πένθος των Black Sabbath και την επιρροή των Venom! Εδώ έρχεται και η αρχή των ατελείωτων αντιφάσεων του “Ace”. Ο ίδιος ποτέ δεν παραδέχτηκε ότι επηρεάστηκε από τους Βρετανούς. Όλοι μας μπορούμε να δούμε τις ομοιότητες - βασικά ακόμα και το όνομα της μπάντας πάρθηκε από το τραγούδι των Venom “Countess Bathory»! Όμως, γιατί να τον κατηγορήσουμε; Οι Venom δημιούργησαν το black metal, οι Bathory το τελειοποίησαν.
Η συνέχεια για το συγκρότημα είχε μια οδό: την εξύψωση - ή μάλλον τον ενταφιασμό - στο πάνθεον της ιστορίας. Ο Quorthon όχι μόνο δεν επαναπαύθηκε, αλλά με την βοήθεια του πατέρα του, Boss, και την δική του δισκογραφική εταιρία Black Mark Productions έφτιαξε το δεύτερο πόνημα της μπάντας που έφερε τον τίτλο “The Return…”. Κανένας, κατά την ταπεινή μου γνώμη, μα κανένας σε ολόκληρη την black metal σκηνή δεν έχει καταφέρει να ξεπεράσει αυτόν τον δίσκο. Τα πάντα εδώ αντιπροσωπεύουν την κορυφή αυτού του μουσικού είδους! Η συνταγή, ίδια με την προηγούμενη, μόνο που εδώ ο νεαρός Σουηδός και η παρέα του το πολλαπλασιάζουν επί χίλια! Ένα χαώδες intro με καμπάνες και θορύβους και κατευθείαν μετά ένα riff βγαλμένο από τα βάθη της κόλασης! Οι στίχοι για μια ακόμα φορά επικαλούνται τον Βελζεβούλη με όποιο τρόπο μπορεί κάποιος να φανταστεί, μια φωνή που μοιάζει με τον Nazgul και μια απίστευτη συνεκτικότητα που ακόμα και σήμερα πολλές μπάντες ζηλεύουν!
Ο κόσμος όμως του heavy metal δεν ήταν έτοιμος για το επόμενο αμάρτημα των Bathory. Αυτοί ήταν και κατάφεραν να ξεπεράσουν ξανά τον εαυτό τους. Το album λεγόταν “Under the sign of the Black Mark”. Ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει και έτσι η μπάντα, απλά παίζοντας την μουσική της, κατασκευάζει έναν δίσκο πολύ μπροστά από την εποχή του. Την ώρα που άλλες μπάντες, όπως οι Mayhem και οι Έλληνες Rotting Christ, ακόμα προσπαθούσαν να βρουν την ισορροπία ανάμεσα στην φασαρία και τη μελωδία οι Bathory έγραψαν τραγούδια πιο φιλόδοξα, αλλά και συγκεντρωμένα, που χτυπούσαν στο πρόσωπο όλους όσους τόλμησαν να τους αμφισβητήσουν. Ένας δίσκος που ακούγεται και ξεχωριστά και ολόκληρος χωρίς να χάνει την δυναμική του. Φρενήρεις ταχύτητες και ακόμα πιο φρενήρης αισθητική, το άλμπουμ ήταν βγαλμένο από τα σπάργανα της ιδιοφυΐας και της σωστής χρήσης των επιρροών της μπάντας – η πεμπτουσία ενός καλλιτέχνη.
Όπως είναι λογικό, εάν κάποιος μένει στάσιμος κάποια στιγμή θα ξεχαστεί. Ο “Ace” όμως δεν είχε τέτοιο σκοπό. Όχι σαν άνθρωπος φυσικά - είχε φροντίσει πιο πριν να δώσει τόσο αντιφατικές πληροφορίες για τον εαυτό του και για τον λογο που η μπάντα δεν έκανε live εμφανίσεις - αλλά σαν καλλιτέχνης. Αφού άλλαξε τους session συνεργάτες του, άφησε τις φωτιές και τα δερμάτινα τζιν, έπιασε μια κλασική κιθάρα και αυτή τη φορά αντί να τραγουδάει για τα... θεία μίλησε για την παράδοση της χώρας του. Αποτέλεσμα; Μια επική τριλογία δίσκων. “Blood Fire Death”, “Hammerheart” και “Twilight of the Gods”. Αντί για συνθέσεις 3 - 4 λεπτών εδώ έχουμε ολίγον τι μακροσκελή τραγούδια, 5 - 6 λεπτά, ακουστικά ιντερλούδια και στίχους γεμάτους δράκους, σπαθιά, και 10 αναφορές το λεπτό στον “one eyed god” Odin. Ο “Ace” αφιερώνει αυτούς τους δίσκους σε συνθέτες όπως ο Mozart και ο Wagner - καθόλου τυχαίο - αλλά και σε ανθρώπους το πνεύματος όπως ο Νίτσε - επίσης καθόλου τυχαίο. Αυτή η μουσική στροφή κέρδισε πάρα πολλούς καινούργιους ακροατές, ενώ έδειξε και την ωρίμανση του Tomas σαν συνθέτη και στιχουργό.
Η συνέχεια ήταν το ίδιο γεμάτη εκπλήξεις. Οι Bathory άλλαξαν ακόμη μια φορά ρότα και στράφηκαν προς τον ωμό πρωτόλειο ήχο του... thrash metal! Ήταν απίστευτο το πώς τα κατάφερνε κάθε φορά ο “Ace” να σκαρφίζεται έναν ακόμα τρόπο να γίνει ευρηματικός. Βέβαια μουσικά είναι η πρώτη φορά που αυτός ο σπουδαίος καλλιτέχνης φαίνεται να αγκομαχά. Τα albums “Requiem” και “Octagon” ακούγονται αδύναμα και χωρίς πολύ ουσία. Ήταν και η περίοδος του 1994 όπου ολόκληρη η Σκανδιναβία ήταν σε κατάσταση συναγερμού με την υπόθεση των νεαρών σατανιστών που σκότωναν ο ένας τον άλλο και βανδάλιζαν εκκλησίες, οπότε ίσως μπορούμε να πούμε πως αυτή ήταν μια ευκαιρία για το συγκρότημα να αποστασιοποιηθεί από την σκηνή που έφτιαξε και έβλεπε να καταστρέφεται από την μόδα και την παράφορη φύση των νέων.
Πέρασαν 7 χρόνια μέχρι η μπάντα να κυκλοφορήσει καινούργιο υλικό. Ο Quorthon συνέχιζε να κοροϊδεύει δημοσιογράφους και fans λέγοντας τα πιο τρελά ψέματα όπως “ο Boss δεν είναι ο πατέρας μου. Είναι 43, εγώ είμαι 37 μην είστε χαζοί”, αλλά και να λέει πως το Tomas Fosberg δεν είναι το πραγματικό του όνομα και έδινε ψεύτικα ονόματα, τα οποία αποτελούσαν πολλές φορές σουηδικά λογοπαίγνια! Όταν όμως φτάσαμε στο 2001, βγήκε και η επόμενη απόπειρα με τίτλο “Destroyer of Worlds”. Ένας συνδυασμός των δύο καλύτερων εποχών της μπάντας με κάποια τραγούδια να αγγίζουν την black metal μανία των πρώτων ετών και άλλα να είναι πιο... τραγουδιστά περιέχοντας μέχρι και τις γνωστές κλασικές κιθάρες σε συνδυασμό με αλλαγές σε πιο δυναμικά riffs. Αυτό για εμένα είναι ίσως ο πιο υποτιμημένος δίσκος του συγκροτήματος και περιέχει και από τα πιο ωραία τραγούδια με τίτλο “Ode”.
Έτσι φτάνουμε στο, δυστυχώς, τελευταίο έπος αυτής της τεράστιας μπάντας. Στην αρχή επρόκειτο για το διπλό album “Nordland”. Τελικά κυκλοφόρησε σαν δύο ξεχωριστά με τίτλο “Nordland 1” και Nordland 2” με διαφορά ενός χρόνου. Εδώ βρίσκουμε τους Bathory να εξερευνούν ξανά την Viking εποχή τους μιλώντας πάλι για επικές μάχες -“Broken Sword” - αλλά και θρύλους και παραμύθια -“Ring of Gold”, “Foreverdark Woods”. Μουσικά το ύφος είναι εφάμιλλο της επικής τριλογίας, με αργές συνθέσεις που χτίζονται σταδιακά, ενώ η καθαρή φωνή του Quorthon διηγείται αυτές τις ιστορίες με μελωδικότητα και συναίσθημα. Εδώ έχουμε ακόμα και μια πολύ εσωτερική συζήτηση του Quorthon με τον εαυτό του στο τραγούδι “Death and Resurrection of a Nothern Sun”.
Όμως, το μέλλον έμελλε να είναι το χειρότερο για τους σπουδαίους Bathory. Μετά από 30 χρόνια ζωής, μετά από δύο δεκαετίες, στις οποίες επηρέασε όλη την heavy metal σκηνή, απεβίωσε από έμφραγμα τον Αύγουστο του 2004. Η κληρονομιά που άφησε συζητιέται ακόμα και σήμερα με αναγνωρισμένους καλλιτέχνες να μιλάνε για τον ίδιο, τη ζωή του και την εσωστρέφεια του. Οι Bathory έγιναν ένα συγκρότημα που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για πολλούς, χωρίς όμως κανένας να καταφέρνει να εννοήσει τον ήχο και την αισθητική τους, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Συλλογές επί συλλογών εκδόθηκαν προς τιμή του σπουδαίου αυτού ανθρώπου και μουσικού, ενώ το 2010 οι, επίσης Σουηδοί, Watain μαζί με τον πατέρα του εκλιπόντα Boss μέσα από δάδες, φωτιές και τα τραγούδια του είπαν το πραγματικά τελευταίο αντίο στον Tomas.
Η επιρροή των Bathory στη ζωή μου άρχισε το παγωμένο βράδυ της 31 Δεκέμβρη του 2010 όταν γυρνώντας από το δισκάδικο είχα στα χέρια μου το ντεμπούτο της μπάντας. Το βράδυ εκείνης της Πρωτοχρονιάς δεν έκλεισα μάτι. Μέχρι το πρωί ήξερα τον δίσκο απ’ έξω γιατί τον άκουγα όλη τη νύχτα. Με τους Bathory ανακάλυψα τον δικό μου τροχό, τους είχα δίπλα μου όταν διάβαζα τις ιστορίες του “Eragon” ή την “Ιστορία χωρίς Τέλος”. Τους είχα δίπλα μου στις πανελλαδικές αλλά και κάθε μέρα που ο καιρός με πάγωνε ως το κόκκαλο. Θα τους έχω δίπλα μου όταν, μια μέρα, θα πάω να τιμήσω τον Ace στο μνήμα του στη Στοκχόλμη.
Αναπαύσου εν ειρήνη Tomas, Ace, Quorthon ή όπως σε λέγανε.
Artwork: Πέτρος Γαβριηλίδης