Hi.

Welcome to my blog. I document my adventures in travel, style, and food. Hope you have a nice stay!

Ryū

Ryū

Σε μια γειτονιά, 10 λεπτά μακριά από το κέντρο της πόλης, υψώνονταν κτίρια από γυμνό σκυρόδεμα και φωτεινές neon ενδείξεις. Μπλε, κόκκινο, μωβ. Μερικά παράθυρα στους ορόφους πρόδιδαν τους ενοίκους τους. Κανείς όμως δεν θέλει να νοικιάζει εκεί. Κανένα δεν περπατά μόνο του την νύχτα σε αυτή την γειτονιά. Ακόμα και οι αδέσποτες γάτες είναι συγκροτημένες σε συμμορίες και διατηρούν στέκια που οι άλλες δεν παραβιάζουν. Όλα τα πλάσματα που υπάρχουν στην περιοχή, άνθρωποι και ζώα γίνονται πιο άγρια ή φοβισμένα μόλις μπαίνουν στα στενά της γειτονιάς με τα neon φώτα. Στην ταράτσα ενός από αυτά τα κτίρια, γεμάτη ουλές και ψύλλους μία μικρή γκρι γάτα κυνηγάει μια κατσαρίδα. Το αγόρι ανεβαίνει την εξωτερική μεταλλική σκάλα του κτιρίου, καπνίζοντας. Τα ρούχα του είναι σκούρα και λερωμένα, τόσο φαρδιά που τον καλύπτουν ολόκληρο, από τα πόδια μέχρι το κεφάλι. Ανέβηκε να βεβαιωθεί ότι η μικρή είναι ακόμα εκεί. Όταν τον είδε, πήγε τρέχοντας κοντά του και άρχισε να ζητάει χάδια και φαγητό κυκλώνοντας τα πόδια του. Ήταν το μόνο που έζησε από τα μωρά μιας μαύρης γάτας που βρήκε μια νύχτα στην ταράτσα. Μετά από λίγες μέρες πέθανε και η μάνα.

«Είναι η τρίτη φορά μέσα στην εβδομάδα που χρειάζεσαι φάρμακο για τους ψύλλους…είσαι τυχερή που δεν χρειάζεται να το πληρώνω.» της είπε χαϊδεύοντας την.

«Νιάου»

«Μην κάνεις ότι δεν με καταλαβαίνεις Νούρα. Μείνε εκεί, θα ξαναέρθω.»

Τα βήματα του ήταν ελαφριά όσο κατέβαινε την σκουριασμένη σκάλα, δεν έκαναν φασαρία. Έβαλε τα χέρια του στις πλαϊνές τσέπες χαμηλά του παντελονιού του, που όμως ήταν τρύπιες, για να βεβαιωθεί ότι τα μαχαίρια του ήταν καλά δεμένα στο σώμα του. Έφτιαξε την κουκούλα του. Κατηφόρισε προς έναν δρόμο χωρίς φώτα. Το μέρος που κατέληξε ήταν επίσης σκοτεινό, γεμάτο παρκαρισμένα αμάξια γύρω από ένα σπίτι με καλυμμένα παράθυρα. Μπήκε μέσα από την πίσω πόρτα. Δεν ήταν κλειδωμένη όπως θα περίμενε κανείς, παρόλο που από  την μπροστά περνάνε τα πλουσιότερα καθάρματα της πόλης. Περίμενε μέχρι ο σερβιτόρος να μπει στην κουζίνα. Ο Μίλτος με έναν δίσκο στο χέρι, πέρασε γρήγορα από την βαριά πόρτα. Τα μαλλιά του είναι δεμένα σε μία χαμηλή κοτσίδα. Κοιτάζονται. Γνέφουν.

«Είναι στο γραφείο του, στον πρώτο όροφο. Η πόρτα είναι ανεβαίνοντας την σκάλα δεξιά. Οι υπόλοιποι δεν πρόκειται να κοιτάξουν πέρα από την τράπουλα, πέρνα άφοβα.»

«Φύγε μόλις φύγω.»

«Δεν ξανά θέλω καμία ανάμειξη μαζί σας» είπε ο σερβιτόρος κοιτάζοντας την μαύρη φιγούρα του αγοριού. Και τότε εκείνος σήκωσε το βλέμμα του, κατέβασε την κουκούλα του αποκαλύπτοντας το πρόσωπο και τα κομμένα μέχρι το κρανίο μαλλιά του. Το ένα του μάτι γυάλισε ενώ το άλλο παρέμεινε μισόκλειστο. Χαμογελώντας του απάντησε:

«Πλέον δεν έχεις άλλη επιλογή». Κάλυψε ξανά το κεφάλι του και έφυγε αφήνοντας πίσω τον μακρυμάλλη σερβιτόρο μόνο του. Μπαίνοντας στην μεγάλη σάλα, είδε τα στρογγυλά τραπέζια στρωμένα με τσόχα και γύρω γύρω κόσμος σκυμμένος προς το κέντρο τους. Κανένας τους δεν τον άκουσε να περνάει. Η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική από τον καπνό και την κλεισούρα. Ανέβηκε την σκάλα. Βρέθηκε στον όροφο και εντόπισε την πόρτα. Πλησίασε. Άγγιξε το χερούλι της και το έστρεψε δεξιά, σπρώχνοντας την για να ανοίξει. Το τρίξιμο της ήταν πολύ δυνατό μπροστά στις φωνές του ισογείου που πλέον είχαν μετατραπεί σε αχνά μουρμουρητά. Απέναντί του είδε ένα ορθογώνιο ξύλινο γραφείο γεμάτο χαρτιά και κεριά · η καρέκλα και το άτομο που κάθονταν πάνω της στραμμένα πλάτη κοίταζαν το παράθυρο. Ούτε που έδωσε σημασία στον ήχο που έκανε η πόρτα. Από πίσω το άτομο φαινόταν μεσήλικας και αρκετά γεροδεμένος. Το δωμάτιο μύριζε καπνό και μαύρο.

«Άσε το ποτήρι στο τραπέζι. Έχω αφήσει και μερικά κέρματα για τον κόπο σου.»

Όμως κανένας ήχος πάγου ή γυαλιού που ακουμπάει σε ξύλο δεν ακούστηκε και τότε ο άντρας γύρισε απότομα χωρίς να πάρει ανάσα και έστρεψε το βλέμμα του στην πόρτα για να την βρει ανοιχτή και το δωμάτιο μπροστά του άδειο. Έντρομος ξαναγύρισε προς το παράθυρο. Η μαύρη φιγούρα στέκονταν εκεί, τα μαχαίρια του έλαμπαν, μαζί και τα μάτια του, το ένα ανοιχτό και το άλλο σημαδεμένο και μισόκλειστο  που κοίταζαν όμως το ίδιο διψασμένα τον άντρα.

« Ευχαριστώ για το κέρασμα». Οι λεπίδες σε δευτερόλεπτα βρέθηκαν στον λαιμό και το στήθος του άντρα τραβώντας δύο οριζόντιες αντίθετες γραμμές πάνω τους, σχεδόν αθόρυβα. Αίμα πετάχτηκε πάνω στο πρόσωπο και τα ρούχα του αγοριού. Μάζεψε λίγο με τα δάχτυλά του και σε ένα χαρτί στο γραφείο άφησε το μήνυμα που έπρεπε να δοθεί. Το μικρό κεφάλι κόπηκε, καιρός και για τα υπόλοιπα.

«キス»

fw’23-24

fw’23-24

Ο Δράκος

Ο Δράκος