Hi.

Welcome to my blog. I document my adventures in travel, style, and food. Hope you have a nice stay!

Θρύλοι της μουσικής: Mr. Slowhand

Θρύλοι της μουσικής: Mr. Slowhand

Ένα από τα πλεονεκτήματα του να είσαι μέλος της συγγραφικής ομάδας ενός περιοδικού είναι η δυνατότητα να εκφράζεις μέσα από αυτά που γράφεις συναισθήματα και απόψεις. Από την πρώτη στιγμή που μπήκα στην ομάδα είχα την επιθυμία να γράφω για τη μουσική, να γράφω για αυτό που αγαπάω τόσο πολύ και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου, να γράφω για τα είδη που με αντιπροσωπεύουν και για τους μουσικούς που θαυμάζω. Σε προηγούμενα άρθρα μου προσπάθησα να σας παρουσιάσω τα δύο αγαπημένα μου συγκροτήματα, τους Pink Floyd και τους Queen, μουσικοί που κατά την ταπεινή μου άποψη επιβάλλεται να αναφέρονται ως “θρύλοι”. Πλέον, ήρθε ο καιρός να ετοιμάσω ένα αφιέρωμα και για τον αγαπημένο μου κιθαρίστα και μουσικό γενικότερα, έναν ακόμα θρύλο της μουσικής που η καριέρα και η ζωή του είναι απίστευτη. Φυσικά, αυτός δεν είναι άλλος από τον Eric Clapton, όπως ίσως μαρτυράει, ελπίζω δηλαδή, ο τίτλος του παρόντος άρθρου, έναν μουσικό που όμοιος του μπορεί να μην ξαναυπάρξει. 

4.jpg

Ο Eric Patrick Clapton γεννήθηκε στις 30 Μαρτίου του 1945, στο Surrey της Αγγλίας. Οι γονείς του ήταν η 16χρονη Patricia Clapton και ο 25χρονος Edward Fryer, ένας Καναδός στρατιώτης που είχε μεταφερθεί στη Μεγάλη Βρετανία πριν τη γέννηση του Clapton, στα πλαίσια του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Με το τέλος του πολέμου, επέστρεψε πίσω στο Μόντρεαλ, με αποτέλεσμα ο Eric να μην τον γνωρίσει ποτέ και να μεγαλώσει πιστεύοντας ότι η Patricia είναι η μεγάλη του αδερφή, και οι παππούδες του οι γονείς του. Στα 13α γενέθλια του, οι παππούδες του του αγόρασαν μια Hoyer ακουστική κιθάρα, γερμανικής κατασκευής, η οποία όμως ήταν αρκετά δύσχρηστη, ωθώντας τον νεαρό Clapton να τα παρατήσει πολύ γρήγορα. Δύο χρόνια αργότερα, όταν έγινε 15, ξεκίνησε εντατικά από την αρχή, μελετώντας πολλές ώρες καθημερινά, παίζοντας από μικρός κιόλας μπλουζ, ένα είδος που θα τον χαρακτήριζε όλη του τη ζωή. Μεγάλος σύμμαχος του υπήρξε το μικρό του μαγνητοφωνάκι, με το όποιο ηχογραφούσε όσα έπαιζε, για να μπορεί μετά να ακούσει τα λάθη του και να τα διορθώσει.

Το 1961, ο Clapton προσπάθησε να σπουδάσει στο Kingston College of Art, αλλά οι σπουδές του κράτησαν μόλις έναν χρόνο, καθώς το ενδιαφέρον του παρέμενε η μουσική, χωρίς να εστιάζει στις καλές τέχνες έστω και λίγο. Το ταλέντο του είχε αρχίσει να γίνεται ορατό και το επίπεδο του ήταν τόσο προχωρημένο, που στην ηλικία των 17 είχε αρχίσει να παίζει σε διάφορες παμπ, ενώ το 1962 μπήκε και στο πρώτο του συγκρότημα, τους Roosters, όπου και παρέμεινε για μερικούς μήνες. Το 1963 είναι η χρονιά που ουσιαστικά ξεκινάει η μεγάλη καριέρα του Eric, καθώς γίνεται μέλος των Yardbirds. Για όσους δεν γνωρίζουν το συγκρότημα, αρκεί να αναφέρουμε πως είναι γνωστό ως το συγκρότημα που ξεκίνησε την καριέρα των Eric Clapton, Jimmy Page και Jeff Beck, τριών δηλαδή από τους καλύτερους κιθαρίστες όλων των εποχών. Με τους Yardbirds θα παίξει για πρώτη φορά στο Royal Albert Hall, έναν πολύ όμορφο συναυλιακό χώρο όπου συνολικά σε όλη του την καριέρα έχει παίξει πάνω από 200 φορές, θεωρώντας τον ως “δεύτερο του σπίτι”. Τελικά, θα παραμείνει στο συγκρότημα έως το 1965, που θα πάρει την απόφαση να αποχωρήσει καθώς τα υπόλοιπα μέλη ήθελαν να αλλάξουν τον ήχο τους, εξαιτίας της φήμης που είχαν αρχίσει να αποκτούν, να ξεφύγουν από την καθαρή μπλουζ νοοτροπία του Eric και να πειραματιστούν με πιο ποπ κομμάτια. 

Επίσης, αυτήν την περίοδο ο Clapton έχει ήδη αποκτήσει το ψευδώνυμο “Slowhand”, ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα ψευδώνυμα της ροκ μουσικής. Συνήθιζε πάντα να παίζει με πολύ λεπτές και πολύ τεντωμένες χορδές στην κιθάρα, με αποτέλεσμα αυτές να σπάνε αρκετά συχνά. Όταν συνέβαινε αυτό, καθόταν στην σκηνή και άλλαζε επιτόπου τις χορδές. Εκείνη την εποχή, το αγγλικό κοινό για να “διαμαρτυρηθεί” για την καθυστέρηση, χειροκροτούσε πολύ αργά (slow handclap). O μάνατζερ του Clapton, συνδυάζοντας αυτή την αντίδραση με το γεγονός ότι μπορούσε να παίξει πολύ γρήγορα (αστειευόμενος του έλεγε ότι παίζει αργά, ότι είναι “αργοχέρης”), δημιούργησε αυτό το ψευδώνυμο.

1.jpg

Αμέσως μετά την αποχώρηση από τους Yardbirds, ο Eric εντάχθηκε στους Bluesbreakers του John Mayall, ενός μουσικού με επίσης πολύ σημαντική επιρροή στην ροκ και στην μπλουζ, στους οποίους ωστόσο θα παραμείνει λίγους μήνες. Μαζί, ηχογράφησαν το πολύ γνωστό άλμπουμ Blues Breakers with Eric Clapton (ή αλλιώς The Beano Album), το οποίο βοήθησε τον Clapton να αρχίσει να αποκτά φήμη και στην Αμερική. Το 1966, εντάσσεται στο θρυλικό συγκρότημα Cream, ένα από τα πρώτα supergroups της ροκ μουσικής, το οποίο αποτελούνταν από τον ίδιο και άλλους δύο πολύ σημαντικούς καλλιτέχνες, τον μπασίστα και τραγουδιστή Jack Bruce και τον ντράμερ Ginger Baker. Μαζί, γράφουν ιστορία με πασίγνωστα τραγούδια όπως τα Sunshine of Your Love, White Room και Crossroads. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, γίνονται πολύ γνωστοί, πηγαίνουν περιοδεία στην Αμερική και πουλάνε εκατομμύρια αντίτυπα. Αυτόν τον καιρό, ο Clapton αρχίζει να καθιερώνεται και ως τραγουδιστής, καλλιεργώντας έτσι όλο και περισσότερες ικανότητες που θα τον βοηθήσουν στην επικείμενη θρυλική σόλο καριέρα του.

Δυστυχώς, στα πλαίσια της δημοσιότητας, τα μέλη του συγκροτήματος πνίγονται στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά, και μετά από μερικές συγκρούσεις κυρίως μεταξύ του Bruce και του Baker, η ομάδα διαλύεται, αφήνοντας πίσω της το αποχαιρετιστήριο άλμπουμ Goodbye και το πανέμορφο τραγούδι Badge, το οποίο έγραψε ο Clapton μαζί με τον πολύ καλό του φίλο που είχε γνωρίσει από την εποχή των Yardbirds, τον George Harrison των Beatles. Οι δύο αυτοί μουσικοί έχουν συνεργαστεί πάρα πολλές φορές για διάφορα τραγούδια και κυρίως για πολλές συναυλίες, ενώ ο Clapton παίζει και το σόλο κιθάρας στο θρυλικό While My Guitar Gently Weeps του διάσημου White Album των Beatles. Μάλιστα, λίγο έλειψε να γίνει και μέλος του συγκροτήματος, όταν ο ίδιος ο Harrison τον πρότεινε ως αντικαταστάτη του όταν θέλησε να αποχωρήσει το 1969. 

Προς το τέλος της δεκαετίας του 60 θα δημιουργήσει μαζί με τον Baker και τον κιμπορντίστα των Traffic, Steve Winwood, τους Blind Faith, ένα βραχύβιο μπλουζ συγκρότημα, ενώ αργότερα θα ιδρύσει τους Derek and the Dominos, με τους οποίους ηχογράφησε το διάσημο “Layla” (για περισσότερα διαβάστε το προηγούμενο άρθρο μου), το πολύ όμορφο Bell Bottom Blues και μία από τις καλύτερες επανεκτελέσεις του Little Wing του Jimi Hendrix, τον οποίο ο Clapton θαύμαζε ιδιαίτερα. Μετά από κάποια τραγικά γεγονότα, το συγκρότημα διαλύεται και πλέον ο Eric είναι έτοιμος να ξεκινήσει μία από τις μεγαλύτερες σόλο καριέρες της ροκ μουσικής. Μόνο που είναι σε άσχημη κατάσταση, κυρίως λόγω της εξάρτησης του από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, που συνδυάζονται με πολλές δύσκολες ερωτικές ιστορίες που του κόστισαν. Θα απομονωθεί και θα γυρίσει ξανά το 1974, έχοντας αρχίσει να ζει με την Pattie Boyd και ελέγχοντας τουλάχιστον την εξάρτηση του στην ηρωίνη. Πλέον είναι σε θέση να αρχίσει να δημιουργεί και να μείνει σταθερά κορυφαίος με το παίξιμο του. Κυκλοφορεί την ίδια χρονιά το άλμπουμ 461 Ocean Boulevard, που περιέχει τη διάσημη επανεκτέλεση του I Shot the Sheriff του Bob Marley, κάτι το οποίο βοήθησε αρκετά στο να γίνει διάσημη η ρέγκε. Θα ακολουθήσουν πολλά άλμπουμ στην καριέρα του, όπως τα Slowhand, Journeyman, Another Ticket, Rush και Pilgrim. Πολύ χαρακτηριστικά του τραγούδια που διαχρονικά έχουν αγαπηθεί είναι τα Cocaine, Wonderful Tonight (βλέπε επίσης προηγούμενο άρθρο), Old Love, Catch Me If You Can, Let It Rain, Someone Like You, My Father’s Eyes, Knocking On Heaven’s Door (επίσης cover). Ιδιαίτερο βάρος έχει το τραγούδι Tears In Heaven, τραγούδι που αποτελεί απόλυτη κατάθεση ψυχής και συναισθημάτων, καθώς είναι εμπνευσμένο από την απώλεια του πεντάχρονου γιου του.

3.jpg
5.jpg

Όσον αφορά τα είδωλα του, ο Eric μνημονεύει συνέχεια τους Muddy Waters, Freddie King, B.B. King και Robert Johnson, έχοντας ιδιαίτερη αδυναμία στον τελευταίο. Ανέκαθεν αγαπούσε την μπλουζ, έκανε πολλές επανεκτελέσεις διάσημων μπλουζ κομματιών, συνεργάστηκε με πολλούς άλλους μουσικούς του είδους όπως οι Gary Moore, John Mayall και Manfred Mann και πάντα έδινε βαρύτητα στις συναυλίες, στις οποίες το κοινό είχε την ευκαιρία να θαυμάσει την δεξιοτεχνία του στα μεγάλα σόλο κιθάρας που συνόδευαν κάθε κομμάτι του. Το παίξιμο του έχει κάτι το εξωπραγματικό, ο τρόπος με τον οποίο παίζει κάθε νότα, η κάθε του κίνηση, εμπνέουν το αίσθημα της σιγουριάς, σου δίνει τη δυνατότητα να ταξιδέψεις μαζί του μακριά και να αφεθείς ολοκληρωτικά στη μουσική του, συνοδευόμενη πάντα με τη μελωδία διαφόρων άλλων οργάνων, κυρίως πληκτροφόρων και πνευστών πέρα από κιθάρες. Ο ίδιος πάνω στην σκηνή ζει σε άλλο κόσμο, μεταφέρεται στο δικό του σύμπαν και απλά αποτυπώνει αυτά που νιώθει στην κιθάρα του. Μπορεί με την ίδια ευκολία να μεταδώσει συναισθήματα όπως ο έρωτας και ο πόνος, η λύπη και η χαρά. 

Πάνω στον Clapton έχουν βασιστεί πάρα πολλοί μουσικοί, πολλοί κιθαρίστες τον έχουν μελετήσει και πολλοί καλλιτέχνες τον έχουν ως είδωλο. Επίσης, ο Eric Clapton είναι ο μοναδικός μουσικός που έχει ενταχθεί στο Rock n Roll Hall of Fame τρεις φορές: για τη συμμετοχή του στους Yardbirds, στους Cream και για τη σόλο του καριέρα. Όλα τα μουσικά περιοδικά και οι ιστοσελίδες τον κατατάσσουν μονίμως μέσα στην πεντάδα των καλύτερων κιθαριστών όλων των εποχών, ενώ έχει βραβευτεί και πάρα πολλές φορές με διάφορες διακρίσεις. Δικαίως, αν αναλογιστεί κανείς την προσφορά του στην μουσική και την δεξιοτεχνία του. Παράλληλα, είναι ιδρυτής, κύριος χρηματοδότης και διαχειριστής του Crossroads Centre, ενός κέντρου απεξάρτησης στην Αντίγκουα. Μάλιστα, για να μαζευτούν λεφτά για το ίδρυμα, δημιούργησε το πασίγνωστο Crossroads Guitar Festival, ένα από τα πιο διάσημα φεστιβάλ κιθάρας παγκοσμίως, που διοργανώνει ο ίδιος σχεδόν κάθε χρονιά, στο οποίο έχει παίξει πάρα πολλές φορές, δίπλα σε ονόματα όπως οι B.B. King, Steve Winwood, Sheryl Crow, Jimmi Vaughan και πολλούς άλλους.

Ο Eric Clapton θεωρείται από αρκετούς και ο καλύτερος κιθαρίστας όλων των εποχών. Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να το κρίνει αυτό, και ίσως να μην έχει ιδιαίτερη σημασία, ειδικά για τον ίδιο. Υπήρξε αρκετά λιτός σε σχέση με πολλούς άλλους ροκ καλλιτέχνες του δικού του βεληνεκούς, στόχος του πάντα ήταν να παράγει μουσική και να ψυχαγωγεί το κοινό του, κάτι που το καταδεικνύει και ο τεράστιος αριθμός συναυλιών που έχει δώσει σε όλο τον κόσμο. Πάντα εμπνευσμένος στην σκηνή παραπάνω από ότι στο στούντιο, έχει χαρίσει στον κόσμο της ροκ και της μπλουζ απίστευτες στιγμές, ενώ έχει αφήσει και τεράστια δισκογραφία, όπου μόνο τα σόλο στούντιο άλμπουμ του είναι συνολικά 21. 

6η.jpg

Πάντα θεωρούσα τον Clapton ως έναν μουσικό από τον οποίο μπορούσες να εμπνευστείς, να παραδειγματιστείς και να πάρεις δύναμη ώστε να πιστέψεις σε αυτό που κάνεις και αντιπροσωπεύεις και να επιμείνεις. Σίγουρα, δεν υπήρξε και η πιο ήρεμη ψυχή, δεδομένων των πολλών προβλημάτων εξάρτησης και της ψυχολογικής κατάπτωσης σε πολλά στάδια της ζωής του. Ωστόσο, η καριέρα του υπήρξε αναμφισβήτητα από τις πιο σημαντικές και χωρίς την προσφορά του πιθανότατα η ροκ και η μπλουζ μουσική να ήταν πολύ διαφορετική σήμερα. Και φυσικά, όλα αυτά που κατάφερε στην καριέρα του, τα κατάφερε χάρη στην αγάπη που είχε για τη μουσική. Μία τέχνη με την οποία πρέπει όλοι να έρθουμε σε επαφή, καθώς όπως είπε και ο Friedrich Nietzsche, “Χωρίς μουσική, η ζωή θα ήταν ένα λάθος.” 

Ελπίζω να κατάφερα να σας φέρω σε επαφή, έστω και λίγο, με τον μεγάλο αυτόν μουσικό και να αναδείξω ως ένα βαθμό τη λαμπρή του καριέρα. Ακούστε άφοβα την playlist με μερικές προσωπικές επιλογές από τη δισκογραφία του!

Artwork: Ξένια Παραστατίδου

Tο GUM στο flea market

Tο GUM στο flea market

Αλναάζιφ, μία όχι τόσο φανταστική ιστορία

Αλναάζιφ, μία όχι τόσο φανταστική ιστορία